Αν και οι επιστήμονες έχουν εστιάσει επί μακρόν στο πώς προκαλείται το φαινόμενο, τα τελευταία χρόνια έχει αρχίσει να αναδύεται ένα πιο ενδιαφέρον ερώτημα: γιατί συμβαίνει αυτή η αλλαγή και τι μπορεί να αποκαλύπτει για την υγεία σας
Σίγουρα θα έχετε παρατηρήσει πως το δέρμα στα δάχτυλα των χεριών και των ποδιών σας ζαρώνει και «ρυτιδιάζει» όταν παραμείνετε για λίγα λεπτά μέσα στο νερό. Αλλά είναι αυτή η αντίδραση μια εξελικτική προσαρμογή που αναπτύχθηκε για να μας εξυπηρετεί με κάποιο τρόπο; Και τι μπορεί να αποκαλύψει για την υγεία μας σήμερα;
Αν μείνετε για αρκετή ώρα σε μια μπανιέρα ή σε μια πισίνα, θα παρατηρήσετε μια αξιοσημείωτη αλλαγή στα δάχτυλά σας. Το απαλό, ελαφρώς αυλακωμένο δέρμα μετατρέπεται σε πρησμένες πτυχώσεις, γεμάτες ρυτίδες.
Σύμφωνα με πρόσφατη μελέτη, αυτή η μεταμόρφωση δεν είναι τυχαία — κάθε φορά που το δέρμα ζαρώνει με αυτόν τον τρόπο, οι ρυτίδες εμφανίζονται με το ίδιο μοτίβο, όπως αναφέρει το BBC.
Πρόκειται για μια νέα προσέγγιση σε ένα φαινόμενο που απασχολεί την επιστημονική κοινότητα εδώ και δεκαετίες. Είναι αξιοσημείωτο ότι μόνο το δέρμα στα δάχτυλα των χεριών και των ποδιών παρουσιάζει αυτήν τη συμπεριφορά στο νερό. Άλλα σημεία του σώματος, όπως τα χέρια, ο κορμός ή το πρόσωπο, δεν ζαρώνουν με τον ίδιο τρόπο.
Αν και οι επιστήμονες έχουν εστιάσει επί μακρόν στο πώς προκαλείται το φαινόμενο, τα τελευταία χρόνια έχει αρχίσει να αναδύεται ένα πιο ενδιαφέρον ερώτημα: γιατί συμβαίνει αυτή η αλλαγή και ποιος μπορεί να είναι ο λειτουργικός της ρόλος;
Ακόμα πιο εντυπωσιακό, όμως, είναι το τι μπορούν να αποκαλύψουν τα ζαρωμένα δάχτυλα για την κατάσταση της υγείας σας. Επιστημονικές μελέτες έχουν δείξει ότι οι διαφοροποιήσεις στον τρόπο με τον οποίο εμφανίζονται αυτές οι ρυτίδες μπορεί να αποτελούν ένδειξη διαφόρων παθήσεων, όπως ο διαβήτης τύπου 2, η κυστική ίνωση, νευρολογικές βλάβες, ακόμα και καρδιαγγειακές διαταραχές.
Τι προκαλεί το «ρυτίδιασμα» των δαχτύλων
Για να αρχίσουν να ζαρώνουν τα δάχτυλα, απαιτούνται περίπου 3,5 λεπτά μέσα στο ζεστό νερό, με την ιδανική θερμοκρασία να κυμαίνεται γύρω στους 40°C. Σε χαμηλότερες θερμοκρασίες, όπως οι 20°C, η διαδικασία μπορεί να καθυστερήσει, φτάνοντας τα 10 λεπτά. Ωστόσο, οι περισσότερες μελέτες συμφωνούν ότι η μέγιστη «ζάρωση] επιτυγχάνεται μετά από περίπου 30 λεπτά παραμονής στο νερό.
Αξιοσημείωτο είναι ότι πρόσφατες έρευνες έχουν δείξει πως το μούλιασμα των χεριών σε ξύδι επιταχύνει δραστικά τη διαδικασία – μέσα σε μόλις τέσσερα λεπτά, το δέρμα ζαρώνει πιο έντονα από ό,τι με σκέτο νερό.
Παλιότερα, οι επιστήμονες πίστευαν ότι αυτή η διαδικασία ήταν καθαρά παθητική: το νερό εισχωρεί στα ανώτερα στρώματα του δέρματος μέσω όσμωσης – μιας διαδικασίας όπου τα μόρια του νερού μετακινούνται μέσα από ημιπερατές μεμβράνες ώστε να εξισορροπηθεί η συγκέντρωση διαλυμένων ουσιών. Ωστόσο, από τη δεκαετία του 1930 κιόλας, υπήρχαν ενδείξεις ότι το φαινόμενο ίσως να είναι πιο σύνθετο.
Συγκεκριμένα, γιατροί που εξέταζαν ασθενείς με τραύματα στο μέσο νεύρο — ένα από τα βασικά νεύρα του χεριού — παρατήρησαν πως τα δάχτυλα αυτών των ασθενών δεν ζάρωναν όταν μούλιαζαν στο νερό. Το μέσο νεύρο, μεταξύ άλλων λειτουργιών, ρυθμίζει αντιδράσεις όπως η εφίδρωση και η αγγειοσυστολή. Η παρατήρηση αυτή οδήγησε στο συμπέρασμα ότι το ζάρωμα των δακτύλων είναι στην πραγματικότητα μια ενεργή αντίδραση, ελεγχόμενη από το νευρικό σύστημα.
Οι παρατηρήσεις αυτές ενισχύθηκαν από μεταγενέστερες μελέτες στη δεκαετία του 1970, όταν γιατροί πρότειναν τη χρήση της βύθισης των χεριών στο νερό ως ένα απλό, μη επεμβατικό διαγνωστικό τεστ στο κρεβάτι του ασθενή. Η δοκιμή αυτή θα μπορούσε να βοηθήσει στην ανίχνευση νευρικών βλαβών που επηρεάζουν αυτόνομες λειτουργίες του οργανισμού, όπως η ρύθμιση της ροής του αίματος και άλλων ακούσιων διεργασιών.
Ακόμη πιο πειστικά ευρήματα ήρθαν το 2003, από τους νευρολόγους Einar Wilder-Smith και Adeline Chow στο Εθνικό Πανεπιστημιακό Νοσοκομείο της Σιγκαπούρης. Οι ερευνητές μέτρησαν τη ροή του αίματος στα δάχτυλα εθελοντών κατά τη διάρκεια της βύθισης σε νερό. Διαπίστωσαν ότι καθώς το δέρμα άρχιζε να ζαρώνει, υπήρχε ταυτόχρονα αισθητή μείωση στη ροή του αίματος – ένδειξη ότι το ρυτίδιασμα σχετίζεται άμεσα με τη σύσπαση των αιμοφόρων αγγείων.
Για να ελέγξουν περαιτέρω αυτήν τη σχέση, εφάρμοσαν σε υγιείς εθελοντές μια τοπική αναισθητική κρέμα, η οποία προκαλεί προσωρινή αγγειοσύσπαση. Το αποτέλεσμα ήταν εντυπωσιακό: παρατηρήθηκε ζάρωμα στο δέρμα αντίστοιχο με εκείνο που προκαλεί η παραμονή στο νερό, επιβεβαιώνοντας έτσι ότι το φαινόμενο είναι μια ενεργή, νευρολογικά ελεγχόμενη διαδικασία.
«Είναι λογικό, αν παρατηρήσετε τα δάχτυλά σας όταν ζαρώνουν», λέει ο Nick Davis, νευροεπιστήμονας και ψυχολόγος στο Manchester Metropolitan University, ο οποίος έχει μελετήσει εκτενώς το φαινόμενο. «Τα άκρα των δαχτύλων γίνονται πιο χλωμά επειδή η παροχή αίματος αποσύρεται από την επιφάνεια του δέρματος».
Ο Wilder-Smith και οι συνεργάτες του πρότειναν έναν πιο λεπτομερή μηχανισμό: όταν τα χέρια μας βυθίζονται στο νερό, οι ιδρωτοποιοί πόροι στα δάχτυλα ανοίγουν, επιτρέποντας στο νερό να εισχωρήσει στο δέρμα. Αυτό προκαλεί διαταραχή στην ισορροπία των αλάτων στην επιφάνεια του δέρματος, οδηγώντας στην ενεργοποίηση των νευρικών ινών στην περιοχή.
Ως αντίδραση, τα αιμοφόρα αγγεία γύρω από τους ιδρωτοποιούς πόρους συστέλλονται, μειώνοντας τη ροή του αίματος και συνεπώς τον όγκο των ιστών κάτω από την επιδερμίδα. Αυτή η μείωση του όγκου προκαλεί «τράβηγμα» του δέρματος προς τα μέσα, οδηγώντας στη δημιουργία των χαρακτηριστικών ρυτίδων. Το μοτίβο των ρυτίδων που εμφανίζονται εξαρτάται από τον τρόπο με τον οποίο η εξωτερική στιβάδα του δέρματος – η επιδερμίδα – είναι συνδεδεμένη με τα βαθύτερα στρώματα του δέρματος.
Έχουν διατυπωθεί επίσης υποθέσεις ότι τα εξωτερικά στρώματα του δέρματος ίσως διογκώνονται ελαφρώς, ενισχύοντας τον σχηματισμό των ρυτίδων. Ωστόσο, αν η ζάρωση οφειλόταν αποκλειστικά στην όσμωση, το δέρμα θα έπρεπε να έχει διογκωθεί κατά περίπου 20% για να παρατηρηθούν οι ρυτίδες που εμφανίζονται – κάτι που θα το έκανε να φαίνεται υπερβολικά πρησμένο. Αντίθετα, όταν τα ανώτερα στρώματα του δέρματος φουσκώνουν ελαφρώς και τα βαθύτερα συστέλλονται ταυτόχρονα, οι ρυτίδες σχηματίζονται πιο εύκολα και γρήγορα, σύμφωνα με τον Pablo Saez Viñas, βιομηχανικό μηχανικό στο Πολυτεχνείο της Καταλονίας, ο οποίος μελέτησε τον μηχανισμό μέσω υπολογιστικών μοντέλων.
«Και οι δύο παράγοντες είναι απαραίτητοι για να δημιουργηθούν φυσιολογικά επίπεδα ζαρώματος», αναφέρει. «Χωρίς τη νευρολογική απόκριση – που απουσιάζει σε ορισμένα άτομα – οι ρυτίδες δεν εμφανίζονται».
Αν όμως το ζάρωμα ρυθμίζεται από το νευρικό μας σύστημα, αυτό σημαίνει ότι πρόκειται για μια ενεργή αντίδραση του οργανισμού στην επαφή με το νερό. «Και αυτό σημαίνει», τονίζει ο Davis, «ότι εξυπηρετεί έναν σκοπό – πιθανώς κάποιο εξελικτικό πλεονέκτημα».